Τρίτη 21 Ιουνίου 2011

Β.ΒΙΛΙΑΡΔΟΣ: ΑΛΛΑΓΗ ΠΟΡΕΙΑΣ ΤΩΡΑ – Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΕ ΕΘΝΙΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΛΥΣΗ


Δευτέρα, 20 Ιούνιος 2011 00:01
   ΛΙΤΟΤΗΤΑ,ΔΡΑΧΜΗ Η ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ;
Βασίλης Βιλιάρδος (copyright)
Αθήνα, 19. Ιουνίου 2011
viliardos@kbanalysis.com
Δεν φαίνεται να αποφεύγουμε το μοιραίο με το καινούργιο πρόγραμμα – αντίθετα, θα εξουδετερωθεί (ΣΣ μόνο προσωρινά) η βόμβα της ελληνικής χρεοκοπίας, η οποία απειλεί όχι μόνο την Ευρωζώνη, αλλά ολόκληρο τον πλανήτη
“Εάν η παραμονή μας στην Ευρωζώνη θα είχε ως αναπόφευκτη συνέπεια την υποταγή μας στο ΔΝΤ ή στη Γερμανία, την ολοκληρωτική απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας, την κατάλυση της Δημοκρατίας, τις προσβολές στην υπερηφάνεια και στην αξιοπρέπεια μας, τη λεηλασία των δημοσίων επιχειρήσεων, την καταστροφή των μικρομεσαίων ελληνικών εταιρειών, τη συνέχιση της νόμιμης φοροδιαφυγής των ξένων πολυεθνικών, τη φορολογική «υφαρπαγή» της περιουσίας μας, το συνεχή περιορισμό του κοινωνικού κράτους και τη διαρκή μείωση των αμοιβών, μέχρι τo σημείο που η πιο κουραστική και εξοντωτική εργασία να μην μπορεί, με βεβαιότητα, να μας εξασφαλίσει καν τα απολύτως απαραίτητα – εάν οι εναλλακτικές λύσεις ήταν είτε αυτή η κατάσταση, είτε η εγκατάλειψη της Ευρωζώνης, όλες οι δυσκολίες, μεγάλες ή μικρές, της υιοθέτησης ενός εθνικού νομίσματος, θα έμοιαζαν να είναι σταγόνα στον ωκεανό”.
Δανειζόμενοι, με δικές μας συμπληρώσεις και παραλληλισμούς, κάποιες σκέψεις του Βρετανού οικονομολόγου J.S.Mill, καθώς επίσης πιστεύοντας ότι, τίποτα στην Οικονομία δεν είναι άσπρο ή μαύρο, ενώ δεν πρέπει ποτέ να είναι κανείς απόλυτος ή δογματικός, έχουμε την άποψη πως ήλθε η στιγμή να επανεξετάσουμε το «ευρωπαϊκό θέμα» – τονίζοντας ότι θεωρούσαμε ανέκαθεν πως, αφενός μεν δεν ήταν τελικά ωφέλιμη η είσοδος μας στη ζώνη του ευρώ, αφετέρου ότι η ενδεχόμενη έξοδος μας θα ήταν το λιγότερο καταστροφική.
Αν και παραμένουμε ακόμη στις παραπάνω απόψεις μας για την Ευρωζώνη και την Ελλάδα, θεωρούμε πως εάν τελικά επιβληθεί στη χώρα μας το νέο, πολύ πιο «υφεσιακό» πρόγραμμα του ΔΝΤ, εάν τελικά ψηφισθεί δηλαδή από την κυβέρνηση,  χωρίς να σταματήσει ο δανεισμός από την Τρόικα (κάτι που δεν είναι σίγουρο, αν και δεν πιστεύουμε ότι διακινδυνεύει η επόμενη δόση), η χώρα μας θα δυσκολευθεί να αποφύγει τη χρεοκοπία – ενώ προηγουμένως θα έχει λεηλατηθεί τόσο η δημόσια, όσο και η ιδιωτική περιουσία της.
Ειδικότερα, είναι πολύ πιθανόν η Ελλάδα να παραμείνει για πολλά χρόνια σε αρνητικούς ή σε ελάχιστα θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, «εκτός αγορών» – ενώ τα ελλείμματα του προϋπολογισμού, κυρίως λόγω των υπέρογκων τόκων, θα περιοριστούν ελάχιστα, το δημόσιο χρέος θα αυξάνεται, η σχέση του προς το ΑΕΠ θα ακολουθήσει ανοδική πορεία, η ανεργία θα κορυφωθεί και οι Έλληνες θα εξαθλιωθούν.
Ο αισιόδοξος Πίνακας Ι, ο οποίος συνοδεύει το «μεσοπρόθεσμο» προϋπολογισμό που κατατέθηκε από την κυβέρνηση και στον οποίο συνεχίζει να μην αναφέρεται τίποτα για ανάπτυξη, είναι βοηθητικός στα συμπεράσματα μας:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Προϋπολογισμός με παρεμβάσεις και αποκρατικοποιήσεις
Δείκτες                 2011           2012         2013           2014             2015
ΑΕΠ                  225.400    228.400    235.500    242.900    251.900
Τόκοι*                  15.800    17.900      20.900       21.300      21.700
Τόκοι / ΑΕΠ             7,0%      7,8%         8,9%                8,8%         8,6%
Έσοδα                  58.900    60.959       62.454        63.192      64.924
Τόκοι / Έσοδα    26,82%    29,36%       33,46%       33,71%    33,42%
Έλλειμμα ΓΚ    -17.065     -14.916      -11.399          -6.385    -2.991
Έλλειμμα / ΑΕΠ    -7,6%    -6,5%           -4,8%             -2,6%      -1,2%
Δημοσιονομικό   6.487    12.584          19.510         27.210    33.583
κενό
Δημόσιο Χρέος**352.436    364.886    371.436    364.503    351.356
Χρέος / ΑΕΠ    155,5%    159,8%    157,7%    150,1%    139,5%
* Τόκοι σε δεδουλευμένη βάση
** Γενικής κυβέρνησης
Πηγή: Μεσοπρόθεσμος προϋπολογισμός
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Ακόμη και από αυτόν τον «αισιόδοξο» πίνακα, ο οποίος συμπεριλαμβάνει τόσο τις απαιτούμενες «παρεμβάσεις» (νέα μέτρα), όσο και μία εκτεταμένη «εκποίηση» της δημόσιας περιουσίας, διαπιστώνουμε ότι η ανάπτυξη της οικονομίας μας (ΑΕΠ) θα είναι ελάχιστη. Το σημαντικότερο στοιχείο βέβαια είναι το ότι, το σύνολο των νέων εσόδων που θέλει να εξασφαλίσει η κυβέρνηση με την αύξηση των φόρων ή με τις μειώσεις των δαπανών (δημοσιονομικό κενό!), είναι ύψους 99,3 δις € για την πενταετία – όσο δηλαδή το σύνολο των υπέρογκων τόκων, τους οποίους οφείλουμε να πληρώνουμε στους δανειστές μας (100,3 δις €).
Μία επόμενη διαπίστωση είναι το ποσοστό των τόκων, στο σύνολο των εσόδων του δημοσίου, το οποίο από 25,82% το 2011, διαμορφώνεται στο 33,42% το 2015. Δηλαδή, από τις συνολικές εισπράξεις της χώρας μας (θεωρητικά βέβαια, αφού η πρόβλεψη δεν σημαίνει ότι θα επαληθευθεί), το 34% περίπου θα διατίθεται για τόκους – ένα ποσοστό που πολύ δύσκολα δεν οδηγεί στη χρεοκοπία. Παράλληλα βέβαια τα χρεολύσια, οι δόσεις των δανείων, δεν φαίνεται να καλύπτονται ούτε τα επόμενα πέντε χρόνια – οπότε θα εξοφλούνται είτε από νέο δανεισμό (η έξοδος στις αγορές μάλλον δεν θα είναι εφικτή το 2015, με δημόσιο χρέος στην καλύτερη περίπτωση 139,5% του ΑΕΠ), είτε από την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας.
Εάν τώρα το παραπάνω πρόγραμμα «εξυγίανσης» της οικονομίας μας αποτύχει εντελώς, κάτι που μάλλον «εγγυάται» η συνέχιση της υφεσιακής πολιτικής του ΔΝΤ, είναι πολύ πιθανόν να σταματήσει η περαιτέρω χρηματοδότηση του κράτους μας. Σε μία τέτοια περίπτωση, τα χρήματα της κυβέρνησης θα τελείωναν μέσα σε λίγες εβδομάδες – αφού η Ελλάδα δεν επιτρέπεται να «εκτυπώνει», σαν χώρα-μέλος της Ευρωζώνης. Κατ’ επέκταση, δεν θα μπορούσε να πληρωθεί κανείς – γεγονός που θα οδηγούσε σε χάος τις χρηματαγορές, σε απόγνωση τους Πολίτες, αλλά και σε σοβαρές κοινωνικές αναταραχές. Μεταξύ άλλων, οι Έλληνες θα έπρεπε τότε να προμηθεύονται τα είδη άμεσης ανάγκης με τη βοήθεια της ανταλλαγής προϊόντων, όπως στο μεσαίωνα – χωρίς δηλαδή χαρτονομίσματα, αφού δεν θα υπήρχαν.

Συμπερασματικά λοιπόν, δεν φαίνεται να αποφεύγουμε τελικά το μοιραίο με το καινούργιο πρόγραμμα – απλούστατα θα εξουδετερωθεί, αργά και μεθοδικά, η βόμβα της χρεοκοπίας, η οποία απειλεί όχι μόνο την Ευρωζώνη, αλλά ολόκληρο τον πλανήτη. Θεωρώντας επομένως ότι δεν υπάρχει λόγος να συνεχίσουμε να χάνουμε χρόνο, στηριζόμενοι απλά και μόνο σε κενές ελπίδες, οι οποίες είναι πολύ δύσκολο να πραγματοποιηθούν, έχουμε την άποψη ότι οφείλουμε να αναλύσουμε τη σημερινή μας κατάσταση, από μία άλλη «οπτική γωνία».
Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗ ΔΡΑΧΜΗ
Είναι προφανές ότι η «βοήθεια» εκ μέρους της Ευρώπης, στην οποία συμμετέχει μετά από την ακατανόητη πρόσκληση της Γερμανίας το ΔΝΤ, όχι μόνο δεν έχει αποδώσει τα αναμενόμενα αλλά, αντίθετα, έχει οδηγήσει τη χώρα μας σε μία καταστροφική ύφεση, η οποία μέρα με την ημέρα επιδεινώνεται.
Αν και τα λάθη της κυβέρνησης δεν είναι ασήμαντα, αφού κατά τη διάρκεια της περασμένης χρονικής περιόδου δεν έχει επιτύχει απολύτως τίποτα (όσον αφορά τουλάχιστον την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, τον εξορθολογισμό του δημοσίου τομέα, την αστάθεια του «επιχειρησιακού-φορολογικού» περιβάλλοντος, την εγκατάσταση ενός Κράτους Δικαίου κλπ.), το υπερτιμημένο «ελληνικό ευρώ» είναι σε μεγάλο βαθμό συνυπεύθυνο για την μειωμένη ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, καθώς επίσης για την αδυναμία ανάπτυξης της οικονομίας μας.
Με βάση λοιπόν τα παραπάνω θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς ότι, η υιοθέτηση ενός εθνικού νομίσματος θα μπορούσε να οδηγήσει την Ελλάδα στην έξοδο από την κρίση, μέσα από την υποτίμηση που θα ακολουθούσε – όπως ακριβώς έχει συμβεί σε πολλές άλλες χώρες. Αρκετοί αναλυτές δε, συγκρίνοντας τη χώρα μας με την Αργεντινή, όπου η σύνδεση του νομίσματος της με το δολάριο είχε σαν αποτέλεσμα τη χρεοκοπία της (αν και εμείς θεωρούμε ότι η πολιτική του ΔΝΤ ήταν η κύρια αιτία), είναι σχεδόν πεπεισμένοι ότι αποτελεί τη μοναδική μας δυνατότητα. Εν τούτοις, σύσσωμη η ηγεσία της Ευρωζώνης και της ΕΚΤ δεν φαίνεται να συμμερίζεται τις απόψεις αυτές, κυρίως για δύο λόγους:
(α) Η υιοθέτηση και η υποτίμηση της δραχμής αμέσως μετά, η οποία υπολογίζεται στο -50%, θα είχε σαν αποτέλεσμα την ανάλογη αύξηση του δημοσίου χρέους μας, αφού τα ομόλογα του δημοσίου έχουν εκδοθεί σε ευρώ (αντίστοιχη θα ήταν και η αύξηση του ιδιωτικού εξωτερικού χρέους, εφόσον είναι σε ευρώ η σε άλλο «συνάλλαγμα»). Κατ’ επέκταση, το δημόσιο χρέος μας θα ξεπερνούσε κατά πολύ το 250% του ΑΕΠ μας, δεν θα ήταν πλέον σε καμία περίπτωση διαχειρίσιμο και η Ελλάδα θα αναγκαζόταν να χρεοκοπήσει.
(β)  Η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, εκτός από τα προβλήματα που έχουμε ήδη αναλύσει (άρθρο μας), θα δημιουργούσε μία αλυσιδωτή αντίδραση, παρασέρνοντας τις υπόλοιπες ελλειμματικές ή υπερχρεωμένες χώρες της ζώνης του Ευρώ (Ιταλία, Βέλγιο, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία κλπ.) – οι οποίες θα υποχρεώνονταν επίσης να εγκαταλείψουν το κοινό νόμισμα. Σε τελική ανάλυση λοιπόν θα διαλυόταν ολόκληρη η Ευρωζώνη – με τον πλανήτη ακόμη μία φορά στις φλόγες, ειδικά λόγω των τεράστιων αδυναμιών των Η.Π.Α.
Αναλύοντας τώρα την πρώτη περίπτωση, κατά την οποία η επιστροφή της χώρας μας στη δραχμή θα είχε τις συνέπειες που αναφέραμε, θα διαπιστώσουμε ότι η Ελλάδα διαθέτει πολύ περισσότερα «όπλα» – χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως πρέπει να τα χρησιμοποιήσει. Η Ελλάδα λοιπόν, σε σύγκριση με προηγούμενα υπερχρεωμένα κράτη, έχει μία μεγάλη διαφορά, ένα σημαντικότατο πλεονέκτημα καλύτερα: Το 95% των ομολόγων του δημοσίου έχουν εκδοθεί σύμφωνα με το ελληνικό Δίκαιο – γεγονός που σημαίνει ότι, το ελληνικό κοινοβούλιο έχει τη δυνατότητα να αλλάξει, με την ψήφιση ενός νόμου, τη «συναλλαγματική μορφή» των ομολόγων,  εφόσον φυσικά ισχύει πράγματι κάτι τέτοιο (πηγή: zeit).
Ειδικότερα, εάν η Ελλάδα εγκατέλειπε την Ευρωζώνη υιοθετώντας τη δραχμή, θα είχε την απόλυτα νόμιμη δυνατότητα, πριν ακόμη απελευθερώσει την ισοτιμία του νομίσματος της, να μετατρέψει τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου σε δραχμές – με την ισοτιμία των 340 δρχ. ανά €, η οποία ίσχυε την περίοδο της εισόδου της στη νομισματική ένωση (ΟΝΕ). Στη συνέχεια, θα μπορούσε να «απελευθερώσει» τη συναλλαγματική ισοτιμία της δραχμής, η οποία πιθανότατα θα υποτιμούταν αμέσως – εις βάρος όμως των δανειστών της και χωρίς να επηρεαστεί αρνητικά το δημόσιο χρέος.
Δηλαδή, εάν το νέο νόμισμα της Ελλάδας υποτιμούταν κατά 50% (η υποτίμηση στη χρεοκοπημένη τότε Τουρκία ξεπέρασε το 90%), οι δανειστές της χώρας θα εισέπρατταν ουσιαστικά μόλις το 50% των απαιτήσεων τους – αναγκαζόμενοι να διαγράψουν το υπόλοιπο 50% («συναλλαγματικές διαφορές»). Επομένως, θα προέκυπτε χωρίς καμία προσπάθεια και εντός των πλαισίων του νόμου, χωρίς καν να χρειαστεί να διαπραγματευθούμε με κανέναν, μία αυτόματη «πληθωριστική διαγραφή» (haircut) των οφειλών του ελληνικού δημοσίου, της τάξης του 50% – οπότε το πραγματικό δημόσιο χρέος μας θα περιοριζόταν στα 180 δις € ή στο 78% του ΑΕΠ μας, εξασφαλίζοντας την έξοδο μας στις αγορές και τον περαιτέρω δανεισμό μας, καθώς επίσης την αποφυγή της χρεοκοπίας.
Φυσικά η εξόφληση των ομολόγων, των τόκων και των χρεολυσίων δηλαδή που οφείλουμε, θα ήταν εξασφαλισμένη, αφού θα ήταν σε δραχμές – ένα νόμισμα που θα μπορούσαμε να εκτυπώσουμε στις αναγκαίες ποσότητες (φυσικά πληθωριστικές), χωρίς να υποχρεωθούμε σε στάση πληρωμών (χρεοκοπία).
Όσον αφορά το ιδιωτικό εξωτερικό χρέος της Ελλάδας, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου είναι αυτό των εμπορικών τραπεζών η χώρα μας, εάν επέστρεφε στη δραχμή, θα «επέτρεπε» σε κάποιες, σε αυτές δηλαδή που δεν θα είχαν τη δυνατότητα να ανταπεξέλθουν, να πτωχεύσουν – αντί να χρεοκοπήσει η ίδια. Στη συνέχεια θα τις εθνικοποιούσε, έτσι ώστε να εξασφαλιστούν οι αποταμιεύσεις ή τα ομόλογα των Πολιτών της, κατά το παράδειγμα της Ισλανδίας.
Φυσικά θα χρεοκοπούσαν επίσης οι εκτεθειμένες σε μεγάλο εξωτερικό δανεισμό επιχειρήσεις και κάποια νοικοκυριά, αφού δεν θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τις οφειλές τους σε ευρώ. Σε τελική ανάλυση λοιπόν θα «διαγραφόταν» ένα μεγάλο μέρος του συνολικού, του δημοσίου δηλαδή και του ιδιωτικού εξωτερικού χρέους μας – κάτι εξαιρετικά επώδυνο, αλλά με μάλλον ευεργετικές συνέπειες για το μέλλον της χώρας μας.
Συνεχίζοντας, τα γεγονότα αυτά μάλλον θα οδηγούσαν πολλά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Ευρώπης ή των Η.Π.Α. (της ΕΚΤ συμπεριλαμβανομένης) σε τεράστια προβλήματα – εάν όχι σε αρκετές χρεοκοπίες. Προφανώς, κάτι τέτοιο δεν θα αποτελούσε «πιστωτικό γεγονός» (credit event), όσον αφορά το κράτος, οπότε δεν θα είχε αντίκτυπο στην αγορά των CDS.
Παρά το ότι λοιπόν θεωρούμε ότι δεν πρέπει να εκβιάζουμε κανέναν, ενώ είναι προτιμότερη η έντιμη αποπληρωμή των υποχρεώσεων μας (αρκεί φυσικά να μην είναι εις βάρος της βιωσιμότητας του κράτους μας, καθώς επίσης υπό την προϋπόθεση να μην εκποιηθούν οι κοινωφελείς/στρατηγικές δημόσιες επιχειρήσεις μας και να μην επιβαρυνόμαστε με τοκογλυφικά επιτόκια), έχουμε την άποψη πως οι αγορές αντιμετωπίζονται μόνο με τα δικά τους όπλα – πόσο μάλλον όταν οι ίδιες πιστεύουν ακράδαντα ότι, σημασία έχει το κέρδος ανεξαρτήτως κόστους, ηθικής και θυμάτων.
Όσον αφορά τη δεύτερη περίπτωση, την αλυσιδωτή αντίδραση δηλαδή που θα προκαλούσε η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη ή η άτακτη χρεοκοπία της, αρκεί ίσως να αναφέρουμε ότι, μόνο οι τράπεζες, οι ασφάλειες και τα υπόλοιπα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Γερμανίας έχουν απαιτήσεις (σε ομόλογα δημοσίου) απέναντι στις υπερχρεωμένες χώρες-μέλη του ευρώ, περισσότερες από 500 δις € – ενώ οι απαιτήσεις αφενός μεν των γαλλικών, αφετέρου των βρετανικών ιδρυμάτων, ξεπερνούν συνολικά τα 800 δις € (πηγή: H.Schmidt).
Τόσο ο χρηματοπιστωτικός κλάδος λοιπόν, όσο και η ΕΚΤ θα υποχρεώνονταν σε τεράστιες ζημίες, οι οποίες θα οδηγούσαν ενδεχομένως σε ανυπολόγιστες χρεοκοπίες, στη διάλυση της Ευρωζώνης και στην κατάρρευση του Ευρώ – στο οποίο είναι σήμερα τοποθετημένο το 30% των συναλλαγματικών αποθεμάτων του πλανήτη, με ανυπολόγιστες συνέπειες για το μέλλον.
ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΛΥΣΕΙΣ ΤΟΥΣ
Ανεξάρτητα τώρα από τα παραπάνω «πολεμικά όπλα» μας, τα οποία αξίζει μόνο να χρησιμοποιηθούν (άμεσα βέβαια, αφού ο χρόνος λειτουργεί εις βάρος μας), εάν η Γερμανία συνεχίσει στον ίδιο «ολισθηρό» και μοναχικό, «μερκαντιλιστικό» δρόμο, εάν αρνηθεί να εξοφλήσει τα τεράστια χρέη της απέναντι μας, καθώς επίσης εάν εγκαταλειφθεί το όνειρο των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης, οφείλουμε ακόμη μία φορά να τονίσουμε επιγραμματικά τα προβλήματα μας, παράλληλα με τις λύσεις τους.
Καταρχήν λοιπόν, απλά και μόνο με έναν νέο δανεισμό δεν λύνεται το πρόβλημα μας. Αντίθετα, μεταφέρεται επαυξημένο στο μέλλον, με τον ταυτόχρονο περιορισμό των δυνατοτήτων επίλυσης του. Στη συνέχεια τα εξής:
Τα κύρια προβλήματα της Ελλάδας
(α)  Πρωτογενές έλλειμμα προϋπολογισμού/ΠΔΕ – περί τα 10 δις €
Οι λύσεις του συγκεκριμένου προβλήματος είναι η μείωση των δημοσίων δαπανών, καθώς επίσης η αύξηση των εσόδων – κυρίως από την άνοδο του  ΑΕΠ και λιγότερο από τη φορολογία. Αναλυτικότερα, με την ίδια φορολόγηση (24% επί του ΑΕΠ), κάθε αύξηση του ΑΕΠ (ανάπτυξη) κατά 10 δις €, συνεισφέρει 2,4 δις € στα έσοδα του δημοσίου.
(β) Έλλειμμα τακτικού προϋπολογισμού λόγω υψηλών τόκων (επιτόκια), οι οποίοι υπολογίζοντα περί τα 16 δις € (2011)
Η λύση είναι η μείωση των επιτοκίων στο βασικό της ΕΚΤ. Θα εξοικονομούσαμε περί τα 11 δις € ετησίως, οπότε θα έμεναν 5 δις € – ένα ποσόν που θα μπορούσαμε να εξασφαλίσουμε.
(γ)  Χρεολύσια
Ο μακροπρόθεσμος διακανονισμός της αποπληρωμής τους, με τη βοήθεια του μηχανισμού στήριξης (EFSF) ή της ΕΚΤ, θα ήταν η ιδανική λύση. Δηλαδή, να μας δανείζουν κάθε φορά που θα χρειάζεται να πληρώνουμε τα ληξιπρόθεσμα ομόλογα, για τη χρονική περίοδο που απαιτείται για την αναδιοργάνωση της οικονομίας μας, χωρίς να χρειασθούν άλλες ενέργειες (αναδιάρθρωση κλπ.)  και χωρίς να προκληθεί «πιστωτικό γεγονός», το οποίο θα ενεργοποιούσε τα καταστροφικά CDS.
(δ)  Έλλειμμα ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών περί τα 30 δις €
Εδώ οφείλουμε να αυξήσουμε τις τουριστικές εισροές και τις εξαγωγές, μειώνοντας τις εισαγωγές («στροφή» στα ελληνικά προϊόντα) – επίσης, να καταναλώνουμε λιγότερα, από όσα παράγουμε.
(ε)  Υψηλό δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ περί το 150%
Η προφανής λύση είναι η αύξηση του ΑΕΠ, κυρίως από τον τουρισμό, τη γεωργία, τις υπηρεσίες και τη ναυτιλία – όχι από την κατανάλωση.
Οι «απαιτήσεις» της Ελλάδας από την ΕΕ
(α)  Χρηματοδότηση, με επιτόκιο ΕΚΤ (1,25%). Μακροπρόθεσμο διακανονισμό δόσεων αποπληρωμής χρέους (χρεολύσια) και εκδίωξη (εξόφληση) του ΔΝΤ. Εδώ οφείλουμε να τονίσουμε ότι τα νέα δάνεια, τα οποία χρησιμοποιούνται για την εξόφληση των ληξιπρόθεσμων ομολόγων μας, μάλλον δεν θα μεταφράζονται σε «δραχμές», όπως τα προηγούμενα. Επομένως, πρέπει να σταματήσουμε να δανειζόμαστε, λαμβάνοντας τις όποιες αποφάσεις μας αμέσως.
(β)  Παραγωγικές (όχι εμπορικές) επενδύσεις, στη βιομηχανία και στις υπηρεσίες, από χώρες της Ευρωζώνης (σχέδιο Μάρσαλ) – οπότε θα αυξηθούν οι εξαγωγές μας, παράλληλα με τη μείωση των εισαγωγών, λόγω  μεγαλύτερης παραγωγής.
(γ)  Ανταγωνιστικό φορολογικό περιβάλλον, με κριτήριο τις γείτονες χώρες. Δεν είναι δυνατόν να απαιτείται φόρος εισοδήματος στην Ελλάδα της τάξης του 45%, όταν στα γειτονικά κράτη είναι 10-20%. Εάν δεν αλλάξει αμέσως η τακτική που μας έχει επιβληθεί, όχι μόνο δεν θα προσελκύσουμε επενδύσεις αλλά, αντίθετα, θα εγκαταλείψουν τη χώρα μας όλες οι εναπομείναντες παραγωγικές επιχειρήσεις.
(δ) Συμμετοχή στα εξοπλιστικά προγράμματα μας, καθώς επίσης σε αυτά της προστασίας των συνόρων μας από τη λαθρομετανάστευση – με την παράλληλη συμβολή της Ευρωζώνης στη διαχείριση του προβλήματος των λαθρομεταναστών που ευρίσκονται ήδη στην Ελλάδα.
(ε)  Αξιοποίηση του εξαιρετικά εκπαιδευμένου εργατικού δυναμικού της χώρας μας σε νέες επενδύσεις. Αρκεί να επισημάνει κανείς την πληθώρα των μηχανικών και άλλων αποφοίτων ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στην Ελλάδα, οι οποίοι αναζητούν απασχόληση με ελάχιστες αμοιβές (περί τα 1.000 €, όταν οι αντίστοιχες στη Γερμανία είναι τουλάχιστον τετραπλάσιες), για να κατανοήσει τις δυνατότητες μας (στην Ισπανία, οι γερμανικές βιομηχανίες έχουν τεράστια προβλήματα εύρεσης εξειδικευμένου προσωπικού, με αποτέλεσμα να σταματούν την παραγωγή). Οι πλεονασματικές χώρες της ΕΕ πρέπει επιτέλους να καταλάβουν ότι, οφείλουν να επενδύουν στο ζωτικό χώρο τους – στην Ευρώπη δηλαδή και όχι στην Κίνα, στις Η.Π.Α., στη Βραζιλία ή αλλού.
Οι απαιτήσεις μας από την κυβέρνηση
(α) Ισοσκελισμένος προϋπολογισμός – δηλαδή, τα έξοδα μας να μην υπερβαίνουν τα έσοδα. Μείωση λοιπόν των περιττών δαπανών του δημοσίου, ει δυνατόν χωρίς απολύσεις και με επιλεκτικές μειώσεις μισθών, παράλληλα με την αύξηση της παραγωγικότητας των ΔΥ, μέχρι να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Διατήρηση τόσο των στρατηγικών, όσο και των κοινωφελών δημοσίων επιχειρήσεων, με την παράλληλη αναδιοργάνωση τους.
(β)  Αναμόρφωση της δημόσιας διοίκησης, με στόχο την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας (διευκόλυνση στο άνοιγμα και κλείσιμο των επιχειρήσεων, σταθερό φορολογικό περιβάλλον, σταθερό οικονομικό πλαίσιο κλπ.), καθώς επίσης τον εξορθολογισμό του φορολογικού μηχανισμού.
(γ)  Καθοδήγηση και κίνητρα ανάπτυξης του ιδιωτικού τομέα, για να αυξηθεί το ΑΕΠ και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας (γεωργία, τουρισμός, ναυτιλία, διαδίκτυο, λοιπές υπηρεσίες)
(δ)  Περιορισμός των ελλειμμάτων στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, το οποίο είναι περί το -14% του ΑΕΠ (με -8% χρεοκόπησε το Μεξικό)
(ε)  Καταπολέμηση της φοροαποφυγής των πολυεθνικών (με ειδικό φόρο επί του τζίρου) – παράλληλα με την εγκατάσταση ενός λειτουργικού Κράτους Δικαίου, καθώς επίσης με τη διεκδίκηση των αποζημιώσεων από τη Γερμανία (περί τα 160 δις €).
Ολοκληρώνοντας, θεωρούμε πως το μεγαλύτερο πρόβλημα μίας χώρας είναι η ανεργία η οποία, εκτός του ότι κοστίζει στο κράτος περί τα 400 εκ. ανά 1%, εξαθλιώνει ένα μεγάλο μέρος των εργαζομένων. Έχουμε την άποψη λοιπόν ότι δεν είναι εύλογη η ανακοίνωση μέτρων από μία κυβέρνηση, τα οποία «εξακοντίζουν» την ανεργία σε ποσοστά άνω του 20% – πόσο μάλλον αφού ο προϋπολογισμός επιβαρύνεται με τα ποσά που αναφέραμε (συνολικά πάνω από 4 δις €). Σε κάθε περίπτωση, δεν θα ήταν σκόπιμο να επικρατήσει και στην Ελλάδα η νεοφιλελεύθερη αντιμετώπιση, με βάση την οποία (άρθρο μας) “οι νέοι καπετάνιοι του υπερωκεανίου ρίχνουν έναν μεγάλο αριθμό ταξιδιωτών στη θάλασσα, για να μπορέσει το καράβι να συνεχίσει το δρόμο του με τους υπόλοιπους”.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Όπως έχουμε επισημάνει αρκετές φορές, αλλά και σύμφωνα με τον αρχισυντάκτη της γερμανικής οικονομικής εφημερίδας Handelsblatt κ. Gabor Steingart, σε μία πρόσφατη συνέντευξή του στον ΚτΕ, ελαφρά διαμορφωμένη από εμάς, η Ελλάδα πρέπει αμέσως να αλλάξει δρόμο:
“Οι δυτικές κυβερνήσεις και το ΔΝΤ αγοράζουν χρόνο, κάτι που δεν σας βοηθάει καθόλου. Η Ελλάδα χρειάζεται μία πραγματική λύση, αφού δεν είναι συνετό να καταπολεμάς μία κρίση χρέους με τεράστια, νέα χρέη…… Τα παιδιά του Σικάγου πήγαν στη Μόσχα, με σκοπό να «συνεφέρουν» την οικονομία με αυστηρή λιτότητα. Η χώρα διαλύθηκε. Οι Γερμανοί αποφασίσαμε στην ενοποίηση ότι, δεν έχει νόημα να μειώνεις συνεχώς τις δαπάνες και να αυξάνεις τους φόρους. Επενδύσαμε πολύ, αυξήσαμε τις εργατικές αμοιβές στην ανατολική Γερμανία. Είχαμε πολύ καλά αποτελέσματα.
Το πρόγραμμά μας δούλεψε γιατί ήταν στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από όσα κάνετε στην Ελλάδα….. Δόθηκε πίστωση 110 δις € στην Ελλάδα. Στην Αν. Γερμανία, για την αναδιοργάνωση της οικονομίας της, δίναμε 160 δις € κάθε χρόνο, πάνω από δέκα χρόνια. Το ελληνικό πρόβλημα δεν πρέπει να γίνει πρόβλημα του Ευρώ και της ΕΕ. Η Ελλάδα αντιπροσωπεύει μόνο το 2,5% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, δεν είναι πρόβλημα.
Χρειαζόσαστε περισσότερη αυτοπεποίθηση, αφού χωρίς αυτοπεποίθηση δεν θα βρείτε τη σωστή λύση – η οποία δεν είναι «τεχνικό ζήτημα». Πρέπει οι άνθρωποι να επιστρέψουν στην παραγωγική δουλειά και στην ανάπτυξη…. Η κυβέρνησή σας, ο πρωθυπουργός σας, πρέπει να αλλάξουν κατεύθυνση.
Είμαι σίγουρος ότι τελικά όλοι θα αλλάξουμε κατεύθυνση. Μεταπολεμικά, οι ΗΠΑ εφάρμοσαν το σχέδιο «Morgenthau» για να διαλύσουν τη γερμανική κοινωνία, καταστρέφοντας την τεχνολογία και τη βιομηχανία μας – αυτό κάνουμε στην Ελλάδα τώρα…..Προσπαθούμε να τιμωρήσουμε τους Έλληνες. Θα καταστρέψουμε την ικανότητα της Ελλάδας να επιστρέψει στην ανάπτυξη. Οι ΗΠΑ πήγαν από το σχέδιο «Morgenthau» στο σχέδιο «Marshall» (European Recovery Program). Η Ελλάδα πρέπει να πάει από τη λιτότητα στην ανάκαμψη και ανάπτυξη. Ελπίζω να μη γίνει πολύ αργά”.(G.Steingart)
Ολοκληρώνοντας, για να μπορέσει να απαιτήσει η Ελλάδα ένα νέο πρόγραμμα για την ανάπτυξη της Οικονομίας της, οφείλει να χρησιμοποιήσει όλα της τα όπλα. Παράλληλα, οφείλει να υπενθυμίζει στον μερκαντιλιστή εταίρο της ότι, τουλάχιστον η Ελλάδα έκανε μεν πολλά λάθη στο παρελθόν, αλλά δεν σκότωσε κανέναν. Απλούστερα, δεν οδήγησε τον κόσμο σε δύο παγκόσμιους πολέμους όπως η Γερμανία, για τους οποίους, αντί να τιμωρηθεί, βοηθήθηκε από τις Η.Π.Α. για να ανακάμψει – ταυτόχρονα με τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους των οφειλών της.
Επομένως, η Ελλάδα οφείλει να βοηθηθεί από τους εταίρους της, παράλληλα με την εκδίωξη του ΔΝΤ από την επικράτεια της, το γρηγορότερο δυνατόν. Στην αντίθετη περίπτωση, δεν πρέπει ούτε στιγμή να διστάσει – παίρνοντας τις οδυνηρές μεν, αλλά απόλυτα υποχρεωτικές αποφάσεις που χρειάζονται, για την εξασφάλιση της ευημερίας των Πολιτών της. Ας μην ξεχνάμε ότι, η πατρίδα μας είναι μία πλούσια, πολλαπλά προικισμένη χώρα, η οποία μπορεί να συντηρηθεί μόνη της – αρκεί να δραστηριοποιηθούν οι Πολίτες της, διακρίνοντας προοπτικές και χωρίς βέβαια να επιδιώκει την απομόνωση της.
Από το Ιστολόγιο του Κ.ΚΑΒΒΑΘΑ